Οι γυναίκες που έχουν χαμηλά επίπεδα του πεπτιδίου kisspeptin στο αίμα τoυς κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της εγκυμοσύνης τους είναι πολύ πιο πιθανό να αποβάλουν, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.
Η μελέτη έδειξε ακόμη ότι και σε γυναίκες χωρίς συμπτώματα αποβολής, η συγκεκριμένη εξέταση αίματος, για τα επίπεδα του συγκεκριμένου πεπτιδίου kisspeptin, στο πλάσμα του αίματος, που είναι σε ερευνητικό στάδιο, προβλέπει με μεγαλύτερη ακρίβεια τον κίνδυνο αποβολής σε σύγκριση με την εξέταση hCG (ανθρώπινη χοριακή γοναδοτροπίνη). Η συγκεκριμένη εξέταση μπορεί να προσδιορίσει τον κίνδυνο για αποβολή πριν την 26η εβδομάδα κύησης σε ασυμπτωματικές γυναίκες. Πρόκειται λοιπόν για τον προσδιορισμό ενός ακόμη βοδείκτη που δείχνει αν μια εγκυμοσύνη θα προχωρήσει ή όχι.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία μία στις πέντε εγκυμοσύνες καταλήγουν σε αποβολή. Οι αποβολές σημειώνονται συνήθως νωρίς στην εγκυμοσύνη και παρουσιάζονται με συμπτώματα κολπικής αιμορραγίας και πόνου.
Το πεπτίδιο kisspeptin, το οποίο είναι κρίσιμο για την αναπαραγωγή, βρίσκεται στον πλακούντα και πιστεύεται ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του. Κατά τη διάρκεια μιας υγιούς εγκυμοσύνης, τα επίπεδα του συγκεκριμένου πεπτιδίου αυξάνονται κατά χιλιάδες φορές στις εγκύους σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν είναι έγκυοι.
Τι έδειξε η μελέτη
Η μελέτη διενεργήθηκε στο Μαιευτικό Κέντρο του Imperial College μεταξύ του 2010 και του 2012.
Συμμετείχαν 993 γυναίκες που δεν είχαν συμπτώματα αποβολής με μέση διάρκεια κύησης κατά την περίοδο της εξέτασης 11,2 εβδομάδες.
Από τις συμμετέχουσες στη μελέτη, 50 γυναίκες απέβαλαν, αργότερα.
Μεταξύ των 50 γυναικών των οποίων η εγκυμοσύνη κατέληξε σε αποβολή, οι 16 απέβαλαν 8 ημέρες μετά την εξέταση αίματος, και οι υπόλοιπες 34 απέβαλαν μετά από 10 και περισσότερες ημέρες.
Σε σύγκριση με εκείνες που δεν απέβαλαν, οι γυναίκες που απέβαλαν είχαν 60,4% χαμηλότερα επίπεδα kisspeptin, στο αίμα τους και 36,1% χαμηλότερα επίπεδα hCG.
Εκείνες που απέβαλαν νωρίτερα είχαν χαμηλότερα επίπεδα του πεπτιδίου kisspeptin από τις γυναίκες των οποίων η αποβολή συνέβη αργότερα στην εγκυμοσύνη, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Η συγκεκριμένη εξέταση βρίσκεται σε ερευνητικό στάδιο κι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες πριν αρχίσει να χρησιμοποιείται ευρέως.
Η συγκεκριμένη μελέτη χρηματοδοτήθηκε από το Συμβούλιο Ιατρικής Έρευνας του Ηνωμένου Βασιλείου, από το Εθνικό Ινστιτούτο του Υγείας & Ερευνας του Ηνωμένου Βασιλείου και από το Wellcome Trust, στο Λονδίνο.
Πηγή:
Joint Meeting of the International Society of Endocrinology and the Endocrine Society: ICE/ENDO 2014; June 21, 2014. Abstract OR04-2.