Κολπίτιδα είναι η φλεγμονή του κόλπου και είναι ένα πολύ συχνό πρόβλημα κάθε ηλικίας. Αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι η αύξηση του PH του κόλπου που αρχίζει να γίνεται πια αλκαλικό και με αυτόν τον τρόπο βοηθάει την αύξηση κάποιων μικροοργανισμών έναντι κάποιων άλλων. Ο κόλπος στη φυσιολογική του κατάσταση έχει ελαφρά όξινο PH, ελαφρά όξινο περιβάλλον, έτσι ώστε να διατηρεί σε συγκεκριμένες ισορροπίες μικροοργανισμούς, οι οποίοι αποτελούν τη φυσιολογική πανίδα του κόλπου. Στις περιπτώσεις που το PH αλλάζει έχουμε αύξηση κάποιων μικροοργανισμών έναντι άλλων.

Γνωστά μικρόβια που παίζουν ρόλο στις κολπίτιδες είναι η GARDERELLA VAGINALIS και οι τριχομονάδες. Επίσης μπορούμε να έχουμε κολπίτιδες από μυκόπλασμα, ουρεόπλασμα, όπως και ιογενείς λοιμώξεις από τον ιό του HPV, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει οξυτενή κονδυλώματα.

Μια πολύ συχνή κολπίτιδα μπορεί να συμβεί εξαιτίας ανάπτυξης μυκήτων. Στην εμμηνόπαυση λόγω της έλλειψης οιστρογόνων η ατροφική κολπίτιδα και μικρές ή μεγαλύτερες κακώσεις που μπορούν να δημιουργηθούν στον κόλπο μπορούν να προκαλέσουν την γενεσιουργό αιτία φλεγμονών.

 

Συμπτώματα

Οι κολπίτιδες συνήθως προκαλούν τα παρακάτω συμπτώματα:

  • Αλλαγή χρώματος στα υγρά του κόλπου
  • αίσθημα καύσους
  • κνησμός
  • δυσοσμία

Η ύπαρξη κνησμού και λευκών εκκρίσεων συνήθως συνδέεται με την ύπαρξη μυκήτων ειδικά μετά από μακρόχρονη λήψη αντιβιοτικών.

 

Διάγνωση

Στη διάγνωση αυτό που πρέπει να γίνει οπωσδήποτε είναι η λήψη και η καλλιέργεια κολπικού υγρού για την διερεύνηση της αιτίας των μικροβίων που προκάλεσαν το πρόβλημα.

Η θεραπεία πρέπει να βασιστεί πάνω στο αντιβιόγραμμα που θα μας δώσει ο μικροβιολόγος μετά την απομόνωση του μικροβιακού παράγοντα, ο οποίος προκάλεσε το πρόβλημα. Η θεραπεία είναι φαρμακευτική και έχει να κάνει με τη λήψη συγκεκριμένων αντιβιοτικών, τα οποία μπορεί να είναι από του στόματος ή σε κολπικό υπόθετο. Μπορεί επίσης να χρειαστεί να ληφθούν συγκεκριμένα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται σε αυτές τις περιπτώσεις όπως η ερυθρομυκήνη, μετρονιδαζόλη,κλπ. Επίσης ο καθαρισμός των γεννητικών οργάνων με οξέα διαλύματα και αντισηπτικά και ταυτόχρονη θεραπεία του συντρόφου σε πολλές περιπτώσεις, βοηθάει την θεραπεία και μειώνει τις πιθανότητες επανεμφάνισης του προβλήματος.