Η αμνιοπαρακέντηση είναι μια εξέταση που συνήθως φοβίζει τις εγκύους και τις γεμίζει ανησυχία.
Ωστόσο η αμνιοπαρακέντηση είναι μια εξέταση η οποία ενδείκνυται σε εγκύους άνω των 35 ετών ή και σε μικρότερες ηλικίες αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό χρωμοσωμικών ανωμαλιών από την πλευρά της γυναίκας ή του άντρα. Η Εξέταση αυτή δίνει πολύ σημαντικές πληροφορίες για να επιβεβαιωθούν ή να αποκλειστούν σοβαρές ανωμαλίες όπως το σύνδρομο Down, η δισχιδής ράχη κ.α.
Πώς γίνεται η αμνιοπαρακέντηση
Η αμνιοπαρακέντηση γίνεται μεταξύ των 15 και 20 εβδομάδων της εγκυμοσύνης. Πρώτα ο γιατρός σας, θα σας κάνει υπερηχογράφημα ώστε να εντοπίσει το ασφαλές σημείο στο αμνιακό υγρό, το οποίο θα είναι σε μια ασφαλή απόσταση από το έμβρυο και τον πλακούντα.
Στη συνέχεια μέσω του κοιλιακού τοιχώματος, εισάγει μια σύριγγα στον αμνιακό σάκο με την οποία παίρνει 10 έως 20 ml αμνιακού υγρού που περιέχουν κύτταρα του εμβρύου και άλλα στοιχεία. Αυτή η διαδικασία διαρκεί περίπου 1 λεπτό.
Μπορεί να φαίνεται τρομακτικό να εισάγεται μια βελόνα στην κοιλιά κοντά στο μωρό σας, αλλά το γεγονός ότι η εξέταση γίνεται με τη βοήθεια υπερηχογραφήματος, κάνει τα πράγματα απλά.
Το αμνιακό υγρό που αφαιρέθηκε θα αναπληρωθεί σύντομα. Παράλληλα ο γιατρός σας θα ελέγξει το καρδιακό παλμό του εμβρύου ώστε να διαπιστωθεί ότι όλα πάνε καλά.
Τα συγκεκριμένα κύτταρα που λαμβάνονται στέλνονται στο εργαστήριο όπου και γίνεται η καλλιέργειά τους για 10 ημέρες. Συνήθως, τα αποτελέσματα από τα οποία παίρνουμε πολύτιμες πληροφορίες για την υγεία του εμβρύου, είναι διαθέσιμα μετά από δύο εβδομάδες. Εκτός από τις πιθανές βλάβες, με την συγκεκριμένη εξέταση μπορούμε να ξέρουμε με σιγουριά και το φύλο του μωρού.
Το ποσοστό κινδύνου αποβολής από την εξέταση, είναι 1/200 το οποίο αυξάνεται αν η εξέταση γίνει πριν την 14η εβδομάδα.
Μετά την εξέταση δεν επιτρέπεται να οδηγήσετε, ενώ συστήνεται ξεκούραση για την υπόλοιπη ημέρα. Συστήνεται επίσης η αποφυγή της σεξουαλικής επαφής, της άρσης βαρών και των ταξιδιών με αεροπλάνο για τις επόμενες τρεις ημέρες. Επίσης μετά την εξέταση, ο γιατρός σας μπορεί να σας χορηγήσει κάποιο αντιβιοτικό.